- ἑξαήμερον
- ἑξαήμεροςofmasc/fem acc sgἑξαήμεροςofneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
шестоднев — богословско философское толкование истории о сотворении мира . Из цслав. шестодьневъ ἑξαήμερον (впервые у Иоанна Экзарха Болгарского; см. Мурко, Gesch. d. ält. südslav. Liter. 64), калька греч. ἑξαήμερον (Мi. LР 1132) … Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера
Писида — Георгий византийский поэт, диакон Софийского собора; жил при имп. Гераклии (610 641). Писал ямбическими триметрами стихотворения о разных предметах, преимущественно исторических. В одном из них, Είς την κατά Περσών έκστράτειαν Ήρακλείου τοΰ… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε … Dictionary of Greek
Βασίλειος ο Μέγας — (Καισάρεια 330; – 379). Πατέρας, οικουμενικός διδάσκαλος και άγιος της Εκκλησίας. Γόνος ευγενούς οικογένειας, γνωστής για την ευσέβεια και την προσφορά της στην εκκλησία πολλών θεολόγων και εκκλησιαστικών ανδρών, έγινε επίσκοπος Καισαρείας και… … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek
Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Ιάκωβος ο Εδέσσης — (Συρία 640 – 708). Επίσκοπος και εκκλησιαστικός συγγραφέας. Ακολούθησε το ιερατικό στάδιο και, αρχικά, έγινε μοναχός στη μονή Κενεσρέ. Αργότερα, ως επίσκοπος Εδέσσης, προσπάθησε να επιβάλει στις μονές της περιφέρειάς του νέους μοναχικούς… … Dictionary of Greek
Πισίδης, Γεώργιος — (7ος αι.). Βυζαντινός ποιητής, διάκονος και χαρτοφύλακας της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη. Ο Π. ακολουθούσε την παλαιά μετρική παράδοση, γράφοντας συνήθως σε ιαμβικά τρίμετρα. Οι μεταγενέστεροι Βυζαντινοί εκτιμούσαν πολύ την ποιητική του… … Dictionary of Greek
ՎԵՑՕՐԵԱՅ — (րէի, ից.) NBH 2 0818 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 14c ա.գ. ἐξαήμερον sex dierum, opus sex dierum, hexaemeron. Պարունակօղ զվեց աւուրս. որպէս միջոց կամ ճառ եւ մեկնութիւն անցից աւուրց վեցից արարչութեան աշխարհի.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)